Έχει συμβεί να μας ρωτήσει κάποιος πόσα παιδιά έχουμε και, με την απάντηση που του έχουμε δώσει, να σχολιάσει «ένα ίσον κανένα». Αν με ρωτάτε ως γονιό, ένα ίσον όλες οι χαρές και οι δυσκολίες της μητρότητας που θα μπορούσα να ευχηθώ και να φοβηθώ στη ζωή μου, με άλλα λόγια, είμαι απόλυτα ικανοποιημένη με αυτόν τον αριθμό. Αν όμως μιλάμε για τις ανάγκες και τις επιθυμίες του ίδιου του παιδιού, εκεί τα πράγματα είναι κάπως πιο περίπλοκα.
Μοναχοπαίδι ίσον μοναξιά;
Μπορεί το ίδιο το παιδί να μη μας ζήτησε ποτέ επίμονα «ένα αδερφάκι», αλλά, στις συζητήσεις μας με εκπαιδευτικούς και ειδικούς ψυχικής υγείας, ένας από τους παράγοντες που λαμβάνονται πάντα υπόψη, όχι μόνο σε θέματα συμπεριφοράς αλλά και μάθησης, είναι ότι πρόκειται για μοναχοπαίδι. Και πράγματι, αυτό μπορεί να παίζει κάποιο ρόλο στην εξέλιξή του, αλλά σε καμία περίπτωση δεν προκαθορίζει το μέλλον του, ούτε το κάνει «κακομαθημένο», ούτε το καταδικάζει σε αιώνια μοναξιά. Δεν το λέμε εμείς (οι γονείς ενός μοναχοπαιδιού, τι λέξη κι αυτή, κάπως μελαγχολική εξ ορισμού, παιδί μοναχό), αλλά οι επιστημονικές έρευνες των τελευταίων χρόνων, που ανατρέπουν μύθους δεκαετιών. Ή, πιο σωστά, μύθους αιώνων.
Το λιγότερο «κακομαθημένα»…
Ήταν το σωτήριον έτος 1896 όταν πραγματοποιήθηκε μια αμερικανική έρευνα (Clark University), σε πάνω από 1.000 παιδιά, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι τα ελάχιστα μοναχοπαίδια ανάμεσά τους (μόλις 46) ήταν από εκκεντρικά έως δυσλειτουργικά: «Έχουν φανταστικούς φίλους, δεν πηγαίνουν συχνά στο σχολείο, δεν τα πηγαίνουν καλά με άλλα παιδιά κατά κανόνα, είναι κακομαθημένα και, στις περισσότερες περιπτώσεις, έχουν κακή υγεία». Όμως οι συνθήκες ζωής τους δεν είχαν καμία σχέση με τις σημερινές, όπως υπενθυμίζει ένα πρόσφατο άρθρο του The Atlantic με τίτλο «Γιατί αντιμετωπίζονται περίεργα τα μοναχοπαίδια;», αφού τα περισσότερα περνούσαν τον χρόνο τους απομονωμένα σε αγροκτήματα (πιθανότατα παίζοντας μόνο με αγελάδες και πάπιες).
Και δεν τελειώνει εδώ…
Ακολούθησαν κι άλλες έρευνες μέσα στον εικοστό αιώνα: κάποιες έγραφαν για «το σύνδρομο του μοναχοπαιδιού», ενώ υπήρξαν κι εκείνες που παρότρυναν τους singles να «μην παντρευτούν μοναχοπαίδι γιατί κινδυνεύουν περισσότερο να πάρουν διαζύγιο». Μία ακόμα κομβική στιγμή υπήρξε όταν ο μαθητής του Sigmund Freud, Alfred Adler, ανέπτυξε μια ολόκληρη θεωρία για το πώς η σειρά γέννησης ενός παιδιού στην οικογένεια το επηρεάζει σε όλη του τη ζωή, όπου φυσικά τα μοναχοπαίδια αντιμετωπίζονταν σαν μια ξεχωριστή κατηγορία. Ωστόσο, και οι συνθήκες ζωής (είπαμε και για τα μοναχοπαίδια των αμερικανικών αγροκτημάτων) αλλά και η μεθοδολογία της επιστημονικής έρευνας αλλάζουν ραγδαία (ο τρόπος που γίνονταν κάποιες έρευνες στο παρελθόν θα έκαναν τους σύγχρονους επιστήμονες να τραβούν τα μαλλιά και να σκίζουν τα πτυχία τους). Οπότε τα στοιχεία που συγκεντρώνουν οι ερευνητές τα τελευταία χρόνια ανατρέπουν τους μύθους του παρελθόντος – ή τουλάχιστον κάποιες θεωρίες που κάποτε μπορεί να ίσχυαν αλλά όχι πια.
Τα μοναχοπαίδια είναι αθώα – και η αύξησή τους αθρόα
Για παράδειγμα, μια μελέτη που έγινε το 2016 στη Νέα Ζηλανδία σε 21.000 ενήλικες 50 ετών κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα μοτίβα συμπεριφοράς δεν διαφέρουν ανάμεσα σε όσους υπήρξαν μοναχοπαίδια και όσους μεγάλωσαν με αδέρφια. Σε πιο πρακτικό επίπεδο, αμερικανικά στοιχεία (National Institute of Child Health and Human Development) δείχνουν ότι οι ενήλικες που υπήρξαν μοναχοπαίδια έχουν τα ίδια ποσοστά επαγγελματικής απασχόλησης, την ίδια εξέλιξη στους γάμους τους και τον ίδιο μέσο όρο παιδιών με όλους τους άλλους. Ευτυχώς, βασικά, όχι μόνο για οικογένειες με μοναχοπαίδια όπως η δική μας αλλά για ολόκληρο τον κόσμο, γιατί τα μοναχοπαίδια είναι πλέον πολύ περισσότερα από ό,τι στο παρελθόν, για διάφορους λόγους: επειδή, λόγου χάρη, τεκνοποιούμε σε μεγαλύτερες ηλικίες ή επιλέγουμε να μην κάνουμε περισσότερα παιδιά από όσα είμαστε σίγουροι ότι θα μπορέσουμε να φροντίσουμε ως γονείς, σύμφωνα με την οικονομική μας κατάσταση αλλά και τον χρόνο που διαθέτουμε.
Περνούν και μόνα τους καλά, τα καταφέρνουν μια χαρά
Εννοείται ότι ανάμεσα σε κάποια αδέρφια (αν και όχι σε όλα) αναπτύσσονται σχέσεις ανεκτίμητης αξίας. Αλλά ακόμα κι αν κάποιος δεν τις απολαμβάνει, μπορεί να τις βρει στα ξαδέρφια ή στους φίλους του, ενώ ταυτόχρονα μαθαίνει, από επιλογή ή/και από ανάγκη, να συμφιλιώνεται και να περνάει καλά και με τον εαυτό του. Σημαντικό κι αυτό.
ΥΓ.: Όση ώρα έγραφα αυτό το άρθρο, ο γιος μου έφτιαχνε μόνος στο δωμάτιό του μια χειροτεχνία, την οποία μου έδειξε μετά, περήφανος – προσθέτοντας βέβαια ότι ανυπομονεί να έρθουν στο σπίτι μας δύο αγαπημένοι του φίλοι από τη γειτονιά, να τη δουν κι εκείνοι. Αυτή είναι μία από τις δικές μας, αληθινές εικόνες ισορροπίας, της οικογένειας των τριών ανθρώπων και των τεσσάρων κατοικίδιων ζώων, που, στην τελική, μέσα μας μετρούν περισσότερο από οποιαδήποτε θεωρία.