Οι γονείς πρέπει να συμφιλιωθούν με την ιδέα ότι τα παιδιά τους κάποια στιγμή, για κάποιο λόγο θα γκρινιάξουν. Ίσως επειδή είναι κουρασμένα ή επειδή για μια φορά δεν υποκύψατε στο χατίρια τους, εκείνα θα αντιδράσουν και όχι με τον καλύτερο τρόπο. H γκρίνια γενικά δημιουργεί μια άσχημη κατάσταση και όταν τα παιδιά γκρινιάζουν, ο πιο συνήθης τρόπος αντιμετώπισης από τη μεριά των γονιών είναι να υψώσουν τη φωνή με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί ένα κλίμα... μάχης μέσα σε λίγα μόνο λεπτά! Σε αυτές τις περιπτώσεις θα χρειαστεί να επιστρατεύσετε όποιες διαπραγματευτικές μας ικανότητες έχετε προκειμένου η ειρήνη να επανέλθει και οι σχέσεις να αποκατασταθούν.
Γιατί τα παιδιά γκρινιάζουν; Μπορεί να το το έκαναν μια φορά ζητώντας σας επίμονα να μείνουν ξύπνια μισή ώρα παραπάνω και το κόλπο να... έπιασε τότε και έτσι το παιδί σας να θεωρεί πως πέτυχε το στόχο του που ήταν να μείνει ξύπνιο λίγο περισσότερο. Έτσι το ίδιο, εσφαλμένα καταλαβαίνει ότι η πρακτική αυτή είναι αποτελεσματική, χρησιμοποιώντας την όποτε και όπου αυτό είναι εφικτό.
Το κόνσεπτ είναι απλό. Ας πούμε πως το εξάχρονο παιδί σας, σας ικετεύει να κάνει ποδήλατο μέσα στο σπίτι και παίρνει ένα μεγάλο «όχι» για απάντηση. Σε λίγα λεπτά θα επανέλθει με την ίδια ερώτηση, αυτή την φορά πιο αποφασισμένο και απαιτητικό.
Εσύ θα δώσετε την ίδια απάντηση με αποτέλεσμα το παιδί σας είτε θα δυσαρεστηθεί προσπαθώντας να σας πείσει ή θα συνεχίσει να σας ρωτάει μέχρι εσείς να εκνευριστείτε και να καταλήξετε στο ανεπιθύμητο παραπάνω παράδειγμα με σκηνές από ταινία πολέμου.
Τι κάνουμε λοιπόν; Η Λιν Λοτ, συγγραφέας του βιβλίου «Θετική πειθαρχία» πιστεύει πως μπορούμε να πετύχουμε να αλλάξουμε μια συμπεριφορά γκρίνιας στο παιδί μας είτε είναι δύο ετών είτε βρίσκεται στην εφηβεία. Η αρχή της στηρίζεται σε τρεις λέξεις: «Ρωτήθηκε και απαντήθηκε».
Αυτό που έχετε να κάνετε είναι: Βήμα πρώτο: Κοιτάζουμε το παιδί στα μάτια και του λέμε: Ξέρεις το «Ρωτήθηκε και απαντήθηκε»; (Θα μας απαντήσει «Όχι» πιθανότατα).
Και συνεχίζουμε: «Με ρώτησες αν μπορείς να κάνεις ποδήλατο μέσα στο σπίτι;» (εδώ θα απαντήσει «ναι») και το επόμενο βήμα είναι να ρωτήσουμε: «Το απάντησα;» (Εδώ μάλλον θα απαντήσει, «Ναι αλλά θέλω πολύ να κάνω ποδήλατο...»). Εδώ εμείς πρέπει να το ρωτήσουμε κοιτώντας μας στα μάτια: «Σου μοιάζω με μαμά/μπαμπάς που θα άλλαζα γνώμη αν με ρωτάς το ίδιο πράγμα ξανά και ξανά;». Το πιο πιθανό είναι το παιδί να θυμώσει και να ασχοληθεί με κάτι άλλο.
Το καλύτερο είναι πως την επόμενη φορά που θα ζητήσει κάτι, μπορείτε να χρησιμοποιήσετε το απλό: «Ρωτήθηκε και απαντήθηκε» και εκείνο θα καταλάβει αμέσως χωρίς να χρειάζεται να εξηγήσετε τι να περιμένει, αλλά επίσης θα παρατήσει την προσπάθεια και φυσικά την γκρίνια πιο γρήγορα!
Thank you Lynn Lott