Το πόσο σημαντικό ρόλο παίζει η λεκτική επικοινωνία στο ισχυρό δέσιμο που δημιουργείται ανάμεσα σε ένα παιδί και τους γονείς του είναι δεδομένο, και μάλιστα ξεκινάει από πολύ νωρίς. Ένα έμβρυο ακούει ήδη από τη 15η εβδομάδα κύησης και είναι σε θέση να ξεχωρίζει ήχους, και βέβαια τη φωνή της μαμάς και του μπαμπά. Και αν μεγαλώνοντας ένα παιδί, ο χρυσός κανόνας είναι «όσο περισσότερο του μιλάς τόσο πιο γρήγορα αναπτύσσεται ο λόγος του», η επιστήμη έρχεται να επισημάνει μια μικρή αλλά σημαντική αλλαγή στη διατύπωση, που όμως αλλάζει το νόημα...
Σε έρευνα που πραγματοποιήθηκε από το ΜΙΤ, σε παιδιά ηλικίας μεταξύ 4 και 6 ετών, οι επιστήμονες διαπίστωσαν, πως η συμμετοχή τους σε μία πραγματική συζήτηση που περιλαμβάνει ερωτήσεις, απαντήσεις και συγκεκριμένο θέμα, μπορεί να επηρεάσει τον τρόπο λειτουργίας του εγκεφάλου τους, καθώς έτσι εξασκούνται ταυτόχρονα διαφορετικές δεξιότητες. Αυτό σημαίνει πως μέσα από τη συζήτηση, ενδυναμώνεται η ανάπτυξη του εγκεφάλου και όχι μόνο των γλωσσικών ικανοτήτων.
«Το σημαντικό δεν είναι απλώς να μιλάει κανείς στα παιδιά, αλλά να συζητά με αυτά. Ο στόχος δεν είναι απλώς η ανάπτυξη του λόγου τους, αλλά να τα καταστήσουμε ικανά να συμμετέχουν σε μία κουβέντα που απαιτεί σκέψη», αναφέρει μεταξύ άλλων η Rachel Romeo, μεταπτυχιακή φοιτήτρια και βασική συγγραφέας της έρευνας.
Στην πραγματικότητα, η μελέτη του MIT προτρέπει τους γονείς να μιλούν λιγότερο και να ακούνε περισσότερο. Και αυτό, γιατί αναλύοντας τα δεδομένα που προέκυψαν, παρατήρησαν ότι τα παιδιά που συμμετείχαν σε συζητήσεις ή ήταν εκτεθειμένα σε λεκτικά ερεθίσματα κατά τη διάρκεια της καταγραφής, παρουσίασαν αυξημένη δραστηριότητα στην περιοχή «Broca» του εγκεφάλου, δηλαδή στο τμήμα που σχετίζεται με την παραγωγή και κατανόηση λόγου.
Σε μια αντίστοιχη αλλά παλιότερη έρευνα του 1995, οι ερευνητές είχαν παρατηρήσει, πως τα παιδιά που προέρχονται από οικογένειες με υψηλότερο μορφωτικό ή οικονομικό επίπεδο, ακούνε περίπου 30 εκατομμύρια περισσότερες λέξεις μέχρι την ηλικία των 3 ετών, σε σχέση με τα παιδιά που προέρχονται από φτωχότερες οικογένειες. Σήμερα όμως διαπιστώνεται, πως αν και τα παιδιά από πιο εύρωστες οικογένειες πράγματι εκτίθενται σε περισσότερα λεκτικά ερεθίσματα κατά μέσο όρο, τα παιδιά που προέρχονται από περισσότερο «φτωχές» αλλά «λεκτικά ενεργές» οικογένειες παρουσιάζουν δυνατότητες αντίστοιχες με τα περισσότερο «προνομιούχα» παιδιά.
Πλέον, οι αμέτρητες εκπαιδευτικές εφαρμογές και τα σύγχρονα παιχνίδια συμβάλλουν στην ανάπτυξη του λεξιλογίου των παιδιών από την πρώτη κιόλας μέρα της ζωής τους. Ωστόσο, ο τρόπος αυτός στερείται ενός πολύ σημαντικού πλεονεκτήματος: Δεν εμπεριέχει την ανθρώπινη αλληλεπίδραση και την ανάπτυξη δεσμών. Η συζήτηση απαιτεί πολύ πιο σύνθετες ικανότητες από ότι η διαδικασία ακοής ή παραγωγής λόγου, καθώς επιτρέπει στα παιδιά να εξασκούν την ικανότητα τους να αποκωδικοποιούν τα μηνύματα του συνομιλητή τους αλλά και την κριτική τους ικανότητα προκειμένου να απαντήσουν κατάλληλα.
Το θέμα λοιπόν δεν είναι να αποκτήσουν τα παιδιά γρήγορα πλούσιο λεξιλόγιο, αλλά να καλλιεργήσουν την κριτική τους σκέψη, και αυτό γίνεται μόνο με τη συζήτηση. Εσείς, μιλάτε αρκετά με τα παιδιά σας;
Από την Έλενα Χάλαρη
Με πληροφορίες από weforum.org .