Στα μέσα του 19ου αιώνα, σε μια εποχή που η ιατρική έψαχνε ακόμη τα πατήματά της και η κοινωνία προσπαθούσε να καταλάβει τι σημαίνει «διαφορετικότητα», ένας νεαρός Άγγλος γιατρός, ο John Langdon Down, τόλμησε να δει πέρα από το προφανές. Γεννημένος το 1828 στο Κορνγουόλ της Αγγλίας, ο Down μεγάλωσε μέσα σε μια οικογένεια που πάλευε οικονομικά, όμως είχε μια ξεχωριστή ευαισθησία απέναντι στον ανθρώπινο πόνο — μια ευαισθησία που όπως φάνηκε, θα του καθόριζε τη ζωή.

Το 1862, ανέλαβε τη διεύθυνση του ιδρύματος Earlswood Asylum for Idiots, όπως ονομαζόταν τότε, ένα όνομα σκληρό, αντανάκλαση της εποχής και του τρόπου που αντιμετώπιζε τους ανθρώπους. Εκεί όμως, ο Down είδε κάτι που οι άλλοι δεν έβλεπαν: ανθρώπους με αξιοπρέπεια, συναισθήματα, δυνατότητες. Άνθρωποι που μέχρι τότε ήταν κλεισμένοι σε ιδρύματα χωρίς φωνή, χωρίς δικαιώματα. Εκείνος αποφάσισε να τους ακούσει.

Το 1866 δημοσίευσε μια εργασία που θα άλλαζε μια για πάντα την ιστορία. Περιέγραψε μια ομάδα ατόμων με κοινά σωματικά χαρακτηριστικά — τα απαλά μάτια, το στρογγυλό πρόσωπο, τη χαρακτηριστική μορφολογία. Δεν γνώριζε την αιτία· η γενετική ήταν ακόμη άγνωστη. Αλλά έκανε κάτι πρωτοποριακό: ξεχώρισε την κατάσταση από την άγνοια και τον στιγματισμό, προσδίδοντάς της μια ξεχωριστή ταυτότητα. Αργότερα, ο όρος «Mongolism» που χρησιμοποίησε (σύμφωνα με τις προβληματικές θεωρίες της εποχής) θα εγκαταλειπόταν, όμως η αναγνώριση του φαινοτύπου άνοιξε τον δρόμο για την κατανόηση της τρισωμίας 21, δεκαετίες αργότερα.

Το πιο συγκινητικό όμως στην ιστορία του, δεν είναι η επιστημονική παρατήρηση, είναι ο τρόπος που φερόταν στους ανθρώπους αυτούς. Ο Down εισήγαγε πρακτικές εκπαίδευσης, τέχνης και εργασιακής απασχόλησης, πιστεύοντας ακράδαντα ότι η ποιότητα ζωής τους άξιζε να βελτιωθεί. Για την εποχή εκείνη, αυτό ήταν σχεδόν επαναστατικό.
Πέθανε το 1896, αλλά άφησε πίσω του κάτι πολύ μεγαλύτερο από μια ιατρική περιγραφή. Άφησε μια παρακαταθήκη ανθρωπιάς. Το γεγονός ότι το σύνδρομο φέρει το όνομά του δεν είναι φόρος τιμής μόνο στην επιστήμη—είναι φόρος τιμής σε έναν άνθρωπο που κοίταξε άλλους ανθρώπους στα μάτια και είδε τη μοναδικότητά τους.

Και ίσως αυτό να είναι το σημαντικότερο μάθημά του: ότι η επιστήμη χωρίς καλοσύνη μένει μισή. Ότι η πρόοδος ξεκινά από εμάς και την καρδιά μας. Και ότι κάθε άνθρωπος, ανεξάρτητα από τις δυσκολίες του, έχει μια ιστορία που αξίζει να ειπωθεί.