Επιστρέφουμε στο σπίτι μετά από μια κουραστική ημέρα και ανακαλύπτουμε ότι το σαλόνι μας έχει μεταμορφωθεί σε ναρκοπέδιο με τουβλάκια. Ζητάμε από το παιδί μας, ήρεμα, να τα μαζέψει. (Κάνει ότι) δεν μας ακούει. Του το ξαναζητάμε, με λίγο πιο ανεβασμένους τόνους αυτήν τη φορά. Και πάλι, καμία ανταπόκριση. Την τρίτη φορά, του βάζουμε τις φωνές. Ακόμα κι αν επιτέλους έρθει και τα μαζέψει, γρήγορα μετανιώνουμε που χάσαμε την ψυχραιμία μας. Ξέρουμε ότι, εν βρασμώ, δεν εφαρμόσαμε την ιδανική μέθοδο διαπαιδαγώγησης. Ποια είναι η εναλλακτική, όμως, ώστε το παιδί να αρχίσει να μας ακούει χωρίς να καταλήγουμε σε εντάσεις και καβγάδες;
Όπως εξηγεί ο Wayne Parker, συγγραφέας του βιβλίου «Power Dads: The 10 Basic Principles Successful Fathers Use to Raise Responsible and Happy Children» («Δυνατοί μπαμπάδες: Οι 10 βασικές αρχές που χρησιμοποιεί ένας επιτυχημένος πατέρας για να μεγαλώσει υπεύθυνα και ευτυχισμένα παιδιά»), ακόμα κι αν ερμηνεύουμε την «ανυπακοή» των παιδιών μας σαν απουσία σεβασμού, στην πραγματικότητα αυτή μπορεί να οφείλεται σε διάφορους άλλους παράγοντες.
Μπορεί, για παράδειγμα, να μη μας ακούν γιατί, λόγω της ηλικίας τους, δεν είναι ακόμα σε θέση να κατανοήσουν μια σύνθετη οδηγία που τους δίνουμε. Ή, ίσως, αυτή να ακουστεί στα αυτιά τους σαν παράπονο ή άσκηση κριτικής, με αποτέλεσμα να κατεβάσουν διακόπτες. Μπορεί επίσης, απλά, να νιώθουν ότι τους «παίρνει» να μας αγνοήσουν, αφού δεν είμαστε συνεπείς στην εφαρμογή κανόνων.
Πώς θα κάνουμε τα παιδιά να μας ακούσουν (χωρίς να τα τιμωρήσουμε)
Προσπαθούμε να μπούμε στη θέση τους: Ας πούμε, για παράδειγμα, ότι ζητάμε από τον γιο μας να στρώσει το κρεβάτι του ενώ παίζει με το αγαπημένο του παιχνίδι. Θα μας άρεσε ο προϊστάμενός μας στη δουλειά να μας διακόψει από το μεσημεριανό διάλειμμα για φαγητό για να μας ζητήσει να κάνουμε μια εργασία που μπορεί να περιμένει λίγο; Εφόσον λοιπόν δεν πρόκειται για κάτι πραγματικά επείγον, περιμένουμε να τελειώσει το παιχνίδι ή του εξηγούμε ότι θα παίξει για μισή ώρα ακόμα αλλά μετά θα τακτοποιήσει το δωμάτιό του.
Χρησιμοποιούμε την επανάληψη με γόνιμο τρόπο: Έχουμε σκεφτεί ότι τα παιδιά μας μπορεί κυριολεκτικά να μη μας ακούν, αφού είναι απορροφημένα, π.χ., από το παιχνίδι τους; Όταν λοιπόν τους ζητάμε κάτι και δεν ανταποκρίνονται, τους ζητάμε να επαναλάβουν ό,τι μόλις είπαμε. Έτσι, επιπλέον, θα βεβαιωθούμε ότι ένα μικρότερο παιδί κατάλαβε αυτό ακριβώς που του ζητήσαμε. Αν δεν καταφέρουν να το επαναλάβουν, δεν τα επιπλήττουμε, αλλά τους το ξαναλέμε με υπομονή.
Τους προσφέρουμε επιλογές: Αυτή η μέθοδος έχει αποτέλεσμα από την «τρομερή» ηλικία των δύο και για ολόκληρη τη ζωή τους, καθώς τους δίνει την (ψευδ)αίσθηση ότι έχουν τον έλεγχο. Παράλληλα, ένα παιδί που έχει το περιθώριο να διαλέξει, για παράδειγμα, ανάμεσα στην εργασία του σχολείου με την οποία θα αρχίσει τη μελέτη στο σπίτι καλλιεργεί μακροπρόθεσμα την ικανότητά του να παίρνει λιγότερο ή περισσότερο σημαντικές αποφάσεις.
Τους δείχνουμε την τρυφερότητά μας - και σωματικά: Ένα μικρότερο παιδί είναι ευκολότερο να μας ακούσει ενώ το κρατάμε αγκαλιά. Ένα μεγαλύτερο θα ανταποκριθεί καλύτερα αν το πλησιάσουμε στο δωμάτιό του, το αγγίξουμε στον ώμο και του ζητήσουμε να διαβάσει τα μαθήματά του. Με τέτοιες χειρονομίες, βεβαιωνόμαστε ότι έχουμε την προσοχή τους και επιβεβαιώνουμε την αδιαπραγμάτευτη τρυφερότητα και αγάπη μας.
Είμαστε συνεπείς στις προσδοκίες και τους κανόνες: Τα μπερδεμένα μηνύματα, π.χ., για την ώρα που πρέπει να κλείσουν την τηλεόραση προκαλούν σύγχυση στα παιδιά και τους δίνουν την εντύπωση ότι η εφαρμογή ενός κανόνα είναι προαιρετική, επιτρέποντάς τους να δοκιμάζουν διαρκώς τα όριά τους.
Επιβραβεύουμε μια επιθυμητή συμπεριφορά: Είτε με λόγια είτε με πράξεις. Για παράδειγμα, αν δεν θέλει το παιδί μας να κλείσει την τηλεόραση για να έρθει στο τραπέζι να φάμε όλοι μαζί, του υποσχόμαστε ότι αν το κάνει, μετά το δείπνο θα το αφήσουμε να παρακολουθήσει την υπόλοιπη ταινία.
Δίνουμε εμείς το παράδειγμα της καλής επικοινωνίας: Τα μαθήματα αλληλοσεβασμού ξεκινούν κυρίως από τον σεβασμό που εκφράζουμε οι γονείς προς τα παιδιά, τον σύντροφό μας, αλλά και προς οποιονδήποτε άνθρωπο συναναστρεφόμαστε μπροστά τους. Σε κάθε περίπτωση, τα παιδιά θα μας μιμηθούν. Δεν μπορούμε να περιμένουμε, ας πούμε, να μεγαλώσουμε ανθρώπους με αυτοπειθαρχία και σεβασμό όταν κάποιος μας ζητάει, εύλογα, να μετακινήσουμε το αυτοκίνητό μας γιατί κλείνουμε μια ράμπα κι εμείς αντιδράμε με αγένεια.
Με στοιχεία από verywellfamily.com