Ανοίγω τα μάτια μου. Το δωμάτιο είναι σκοτεινό και έχω πιαστεί. Προσπαθώ να κουνηθώ, αλλά δεν μπορώ. Προσπαθώ να γυρίσω στο πλάι, αλλά δεν μπορώ. Προσπαθώ να δω, αλλά δεν μπορώ. Μόνο ένα μικρό φωτάκι φέγγει στο σκοτεινό δωμάτιο και ίσα που διακρίνω κάτι μεγάλες σκιές. Προσπαθώ και πάλι να κουνηθώ, όμως είναι αδύνατο.
Οι παλμοί μου αυξάνονται. Αγχώνομαι. Τι μπορώ να κάνω, άραγε;
Θα κλάψω.
Αρχίζω να κλαίω. Στην αρχή σιγανά, αλλά στα επόμενα δευτερόλεπτα βάζω όλες μου τις δυνάμεις και το κλάμα μου ακούγεται σε ολόκληρο το σκοτεινό σπίτι.
Το πάπλωμα στο διπλανό κρεβάτι κουνιέται. Μια φιγούρα γνώριμη σηκώνεται απότομα. Σχεδόν παραπατάει από την αγωνία της και σε κλάσματα του δευτερολέπτου είναι εκεί, κοντά μου.
Στο μεταξύ, ακούω τη φωνή της. «Μωρό μου, έρχομαι». Τι μαγική φωνή είναι αυτή. Την ξέρω αυτήν τη φωνή.
Συνεχίζω όμως να κλαίω. Δεν θέλω απλώς να έρθει. Θέλω να με πάρει κοντά της.
Και αυτό ακριβώς κάνει. Μα πού το κατάλαβε; Απλώνει τα χέρια της. Τα μυρίζω. Την ξέρω αυτήν τη μυρωδιά. Tι μυρωδιά είναι αυτή!
Με πιάνει τρυφερά και επιτέλους ξεπιάνομαι. Με σηκώνει και με βάζει απαλά στην αγκαλιά της. Το πρόσωπό μου ακουμπάει στον λαιμό της. Μα τι μυρωδιά είναι αυτή. Το δέρμα της. Η ανάσα της. Λίγο γάλα. Τρυφερότητα. Ασφάλεια. Ζεστασιά. Η μαμά μου.
Η δική μου μαμά.
Με χαϊδεύει γλυκά και, όπως με κρατά στην αγκαλιά της, με σκεπάζει με την κουβερτούλα. Ο παράδεισος υπάρχει, και εγώ τον έχω βρει σε αυτήν την αγκαλιά. Αρχίζω να παίρνω πάλι κανονικές ανάσες και η καρδιά μου συντονίζεται με τη δική της. Οι παλμοί μας πέφτουν.
Μαζί.
Μου μιλάει ψιθυριστά και με φιλάει στο κεφάλι. Πλημμυρίζω από ευτυχία. Δεν τη βλέπω αλλά μπορώ να νιώσω την κούρασή της. Την κρατώ άυπνη εδώ και μήνες. Εκείνη συνεχίζει να με χαϊδεύει με εκείνον τον μαγικό τρόπο. Τον δικό της. Τεντώνομαι απότομα χωρίς να ξέρω γιατί, όμως με κρατάει γερά και με τοποθετεί ξανά τρυφερά στο σημείο όπου τα σώματά μας είναι ενωμένα, σαν ένα.
Κουρνιάζω κι άλλο και τα μάτια μου κλείνουν. Τώρα μπορώ να κοιμηθώ. Το σώμα μου ηρεμεί, το κεφάλι μου βαραίνει και γέρνει πάνω στον ώμο της. Νιώθω την ανάσα της, τη μυρωδιά της, μου μιλάει ακόμα ψιθυριστά. Μου λέει πως με αγαπάει με όλη τη δύναμη της καρδιάς της και μου ζητάει να κοιμηθώ γλυκά. Αρχίζει να μου τραγουδάει –πώς ξέρει ότι ήθελα να μου σιγοτραγουδήσει το αγαπημένο μου νανούρισμα;– και ο ύπνος έρχεται απαλά και με βρίσκει στο πιο όμορφο σημείο του κόσμου όλου.
Στην αγκαλιά της μαμάς μου.
Ξέρετε, νιώθω πως, όσα άρθρα κι αν γράψουμε στο ΒΟΟΜ και όσο κι αν διαβάσουμε για τη γονεϊκότητα, όποια «σχολή» κι αν ακολουθήσουμε, τελικά, σε κάθε μας ερώτημα, σε κάθε απορία, σε κάθε δίλημμα, πρόβλημα ή σκέψη, η απάντηση θα είναι πάντα μία. Και θα είναι η ίδια σε κάθε μήκος και πλάτος της Γης. Ίδια σε κάθε δεκαετία ή γενιά.
Η αγκαλιά.
Και αυτό το ΒΟΟΜ, όπως και κάθε ΒΟΟΜ που φτάνει στα σπίτια σας, γράφτηκε με αυτόν τον παρονομαστή. Εύχομαι τα άρθρα μας να σας φανούν χρήσιμα, να βρείτε τις απαντήσεις που αναζητάτε, να γελάσετε, να προβληματιστείτε, να συγκινηθείτε και να συνεχίσετε να είστε αυτοί οι υπέροχα μοναδικοί γονείς που είστε.
Καλή ανάγνωση και καλή άνοιξη!
Με αγάπη,
Mυρτώ
Διαβάστε αυτό και πολλά ακόμα άρθρα στο νέο, ανοιξιάτικο τεύχος του BOOM που μπορείτε να διαβάσετε online πατώντας στο εξώφυλλο!