Το να προσπαθούμε να θέσουμε όρια σε ένα παιδί είναι σαν να ισορροπούμε πάνω σε ένα λεπτό σχοινί. Από τη μία ελλοχεύει ο κίνδυνος να γίνουμε υπερβολικά αυστηροί, από την άλλη υπερβολικά ελαστικοί. Γιατί όμως δυσκολευόμαστε τόσο να βρούμε τη χρυσή τομή; Και πώς θα το καταφέρουμε, με αγάπη και αποτελεσματικότητα (άλλωστε αυτά τα δύο πηγαίνουν μαζί);
Γιατί χρειάζονται τα όρια;
Μεταξύ άλλων, βοηθούν τα παιδιά να αναπτύξουν τις πρακτικές δεξιότητές τους, να διαχειριστούν τα συναισθήματά τους, να ελέγξουν τη συμπεριφορά τους, να καλλιεργήσουν ικανότητες επίλυσης προβλημάτων. Επίσης, δυναμώνουν τη μεταξύ μας σχέση, γιατί όταν έχουμε μια συνεπή συμπεριφορά απέναντί τους τούς εμπνέουμε ασφάλεια. Μακροπρόθεσμα, συνδέονται με υψηλότερη αυτοεκτίμηση και καλύτερη προσωπική, ακαδημαϊκή και επαγγελματική εξέλιξη.
Γιατί πρέπει να τους τα διδάξουμε εμείς;
Τα παιδιά δεν έχουν ακόμα την εμπειρία να διακρίνουν την «επιθυμητή» από τη «μη επιθυμητή» συμπεριφορά και δυσκολεύονται να μάθουν τόσο πολλούς κανόνες σε σύντομο χρονικό διάστημα. Όσο νωρίτερα όμως αρχίζουμε να τους τούς διδάσκουμε, τόσο ευκολότερο θα είναι μεγαλώνοντας να αρχίσουν να ελέγχουν τη συμπεριφορά τους χωρίς να απαιτείται πάντα η δική μας παρέμβαση.
Πώς θα τα διδάξουμε;
- Εστιάζουμε στους κανόνες που θεωρούμε σπουδαιότερους: Για να αποφύγουμε να υπερφορτώσουμε ένα μικρό παιδί με πληροφορίες, δίνουμε προτεραιότητα στις θεμελιώδεις αξίες που θέλουμε να του περάσουμε και στις μάχες που θέλουμε να δώσουμε.
- Προλαμβάνουμε καταστάσεις: Περιγράφουμε σε ένα μικρό παιδί τους κανόνες που θα χρειαστεί να ακολουθήσει π.χ. σε ένα εστιατόριο και αναζητάμε μαζί τρόπους να αποφύγει τις ανεπιθύμητες συμπεριφορές. Για παράδειγμα, του λέμε: «Στο εστιατόριο, το φαγητό μένει μέσα στο πιάτο μας και δεν πρέπει να το ακουμπήσουμε στο τραπεζομάντιλο. Αν θέλεις, μπορούμε να σου δώσουμε ένα ακόμα, άδειο πιάτο, να βάζεις εκεί ό,τι δεν θέλεις να φας». Τα παιχνίδια ρόλων θα μας βοηθήσουν να προλάβουμε τα σενάρια καταστροφής. Μπορούμε, ας πούμε, την προηγούμενη μέρα να στήσουμε ένα μίνι εστιατόριο στο παιδικό δωμάτιο και να προσποιηθούμε ότι τρώμε εκεί.
- Προσαρμόζουμε τις προσδοκίες μας στην ηλικία του παιδιού: Δεν μπορούμε να περιμένουμε π.χ. από ένα παιδί τριών ετών να χειριστεί με απόλυτη προσοχή τα γυάλινα σερβίτσια, όσο κι αν το έχουμε προετοιμάσει, μέσα από τη συζήτηση, γι’ αυτό.
- Κάνουμε εκ των προτέρων μια συμφωνία με το μεγαλύτερο παιδί: Αν, για παράδειγμα, θέλει να παίξει στο τάμπλετ, του το δίνουμε μόνο αφού έχουμε συμφωνήσει να μας το επιστρέψει σε μία συγκεκριμένη ώρα.
- Θέτουμε τα όρια μαζί με το παιδί: Πώς θα μας φαινόταν αν ξαφνικά ο σύντροφός μας μάς ανακοίνωνε: «Πρέπει να ακολουθήσεις τους εξής κανόνες»; Σε κανέναν δεν αρέσει να του θέτουν όρια, όμως τα παιδιά -όπως θα κάναμε κι εμείς- θα τα αποδεχτούν χωρίς εντάσεις αν αυτά προκύψουν μετά από μια οικογενειακή συζήτηση. Για παράδειγμα, τους λέμε: «Στην είσοδο του σπιτιού υπάρχουν πολλά σκορπισμένα παπούτσια και φοβάμαι ότι θα σκοντάψουμε και θα πέσουμε. Τι λες να κάνουμε;». Αν, τώρα, ένα παιδί μας απαντήσει: «Μπορείς να τα βάλεις στην παπουτσοθήκη μου», ας δοκιμάσουμε να του πούμε: «Γίνεται, αλλά μπορείς να σκεφτείς μια λύση πιο δίκαιη για όλους;». Στη διάρκεια της συζήτησης, ας αποδεχτούμε κάποιες από τις ιδέες του παιδιού μας, ώστε να το κάνουμε να νιώσει ότι συμμετέχει ενεργά στις οικογενειακές αποφάσεις. Ακόμα και ένα πολύ μικρό παιδί θα μάς ξαφνιάσει με τις αληθινά πρακτικές ιδέες του.
- Προσπαθούμε να είμαστε όσο γίνεται πιο σαφείς και ρεαλιστικοί: Αν, για παράδειγμα, πούμε «στο τέλος της ημέρας όλοι πρέπει να τακτοποιούμε ό,τι χρησιμοποιήσαμε», δεν θα έχει αποτέλεσμα. Και γιατί αυτός ο κανόνας είναι υπερβολικά γενικός και περιέχει πάρα πολλές πληροφορίες, και επειδή πιθανότατα ούτε εμείς οι ίδιοι δεν μπορούμε να τον τηρήσουμε. Ας δοκιμάσουμε λοιπόν να τον αντικαταστήσουμε με τον εξής: «Μπορείς να παίξεις με τα αυτοκινητάκια σου στο σαλόνι, αλλά όταν τελειώσεις πρέπει να τα βάλεις στο κουτί τους».
- Αναγνωρίζουμε τα συναισθήματα του παιδιού: Κάποιες φορές μπορεί να αντιδράσει γιατί νιώθει ότι δεν έχει τον έλεγχο της κατάστασης, άλλες επειδή δεν κατανοεί τη σημασία ενός ορίου. Εμείς μπορούμε να τού εξηγήσουμε τους λόγους που το θέτουμε (με τρόπο σύμφωνο με την ηλικία του) και να εκδηλώσουμε ενδιαφέρον για τα συναισθήματά του. Αν, π.χ., το παιδί μας καταφύγει σε ένα tantrum για να του αγοράσουμε ένα παιχνίδι, αντί να του απαντήσουμε «δεν έχουμε χρήματα» (μια έννοια που δεν μπορεί να κατανοήσει), μπορούμε να του πούμε: «Όταν πάμε σπίτι θα κοιτάξω τα λεφτά που έχω στον κουμπαρά μου να δω αν μπορούμε κάποια στιγμή να το πάρουμε. Ας το φωτογραφίσουμε με το κινητό να θυμόμαστε ποιο παιχνίδι σου άρεσε».
- Δεν διστάζουμε να αναθεωρήσουμε τα όρια: Δεν βρίσκονται γραμμένα σε κάποια Βίβλο, αλλά προσαρμόζονται ανάλογα με την κατάσταση και τις επιθυμίες όλων. Ακούμε λοιπόν το παιδί με προσοχή και όσους κανόνες δεν μας ταιριάζουν (πλέον) τους αντικαθιστούμε με άλλους, που θα συμβάλουν στην ομαλή ανάπτυξή του και θα εξασφαλίσουν αρμονική συνύπαρξη.